Перевод: с греческого на все языки

со всех языков на греческий

τὸν Ἀχιλλέα

См. также в других словарях:

  • Αχιλλέα, νησί του- — Νησί στον Εύξεινο Πόντο, απέναντι από τις εκβολές του ποταμού Δούναβη και σε απόσταση 24 μιλίων από τη στεριά. Είναι βραχώδες και γνωστό από τα αρχαία χρόνια. Ανήκει στη Ρουμανία από το 1879 και ονομάζεται Insula Serpilar (Φιδονήσι). Έχει… …   Dictionary of Greek

  • Θέτις — I Μυθολογικό πρόσωπο. Ήταν κόρη του Νηρέα και της Δωρίδας, μητέρα του Αχιλλέα και η ωραιότερη από τις πενήντα Νηρηίδες. Την ερωτεύτηκαν ο Δίας και ο Ποσειδώνας, οι οποίοι απομακρύνθηκαν, όταν τους είπε η Θέμις ότι ο γιος της Θ. θα γινόταν… …   Dictionary of Greek

  • Αίας — I Όνομα δύο μυθολογικών προσώπων. 1. Α. ο Τελαμώνιος. Ομηρικός ήρωας, ο γενναιότερος των Ελλήνων στην Τροία, μετά τον Αχιλλέα, ο οποίος διακρινόταν επίσης για τη μεγαλοπρέπεια και το ήθος του. Ήταν γιος του Τελαμώνα –ο οποίος ήταν γιος του Αιακού …   Dictionary of Greek

  • Ελλάδα - Τέχνη (Αρχαιότητα) — ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΤΕΧΝΗ Η απαρχή της αρχαίας ελληνικής τέχνης τοποθετείται συνήθως περί το 1100 π.Χ., μετά την κάθοδο των Δωριέων. Μετά την αποκρυπτογράφηση της Γραμμικής Β’ και την ανάγνωση των πινακίδων των ανακτόρων της Πύλου, των Μυκηνών, των… …   Dictionary of Greek

  • πολυξένη — I Μυθολογικό πρόσωπο, κόρη του βασιλιά της Τροίας Πρίαμου. Η Π. είχε πάει με τον πατέρα της για να ζητήσουν από τον Αχιλλέα το πτώμα του Έκτορα. Ο Αχιλλέας συγκινήθηκε όταν την είδε και τη ζήτησε σε γάμο, αλλά ενώ πήγαιναν στο ναό του Θιμβραίου… …   Dictionary of Greek

  • Ελλάδα - Ιστορία (Αρχαιότητα) — ΠΡΟΪΣΤΟΡΙΑ ΚΑΙ ΑΡΧΑΙΟΤΗΤΑ ΠΡΟΪΣΤΟΡΙΑ (600000 1100 π.Χ.) Σύμφωνα με τα αρχαιολογικά ευρήματα, θεωρείται ότι η ζωή ξεκίνησε στον ελλαδικό χώρο από το 100 000 π.Χ. (Παλαιολιθική εποχή). Όμως, η χρονική περίοδος που ιστορικά παρουσιάζει εξαιρετικό… …   Dictionary of Greek

  • Αλέξανδρος ο Μέγας — (Πέλλα 356 – Βαβυλώνα 323 π.Χ.). Βασιλιάς της Μακεδονίας (336–323), γιος του Φιλίππου B’ και της Ολυμπιάδας, κόρης του βασιλιά των Μολοσσών της Ηπείρου Νεοπτολέμου. Προικισμένος με σπάνια σωματική αντοχή και δύναμη (που του επέτρεψε να γυμνάσει… …   Dictionary of Greek

  • Διομήδης — I Όνομα μυθολογικών προσώπων. 1. Μυθολογικός ήρωας, γιος του βασιλιά της Αιτωλίας Τυδέα και της Δηιπύλης, κόρης του βασιλιά του Άργους, Αδράστου. Όταν μεγάλωσε ο Δ. θέλησε να εκδικηθεί τον θάνατο του πατέρα του, ο οποίος ήταν ένας από τους Επτά… …   Dictionary of Greek

  • πολύγνωτος — Όνομα δύο αρχαίων Ελλήνων καλλιτεχνών. 1. Ζωγράφος από τη Θάσο (α΄ μισό του 5ου αι. π.Χ.), γιος του ζωγράφου Αγλαοφώντα, από τον οποίο διδάχτηκε την τέχνη του. Τίποτα δεν σώζεται από τα έργα του, τα οποία ωστόσο περιγράφει λεπτομερώς ο Παυσανίας …   Dictionary of Greek

  • Πηλέας — Μυθικός βασιλιάς της Φθίας, γιος του βασιλιά της Αίγινας Αιακού και της Ενδηίδας, και πατέρας του Αχιλλέα. Μετά το φόνο του αδελφού του Φώκου διώχτηκε από την Αίγινα και κατέφυγε στη Θεσσαλία, στον βασιλιά της Φθίας Ευρυτίωνα, ο οποίος τον… …   Dictionary of Greek

  • Έκτορας — Μυθολογικό πρόσωπο. Ο μεγαλύτερος ήρωας της Τροίας, που τον απαθανάτισε ο Όμηρος στην Ιλιάδα. Γιος του Πριάμου, βασιλιά της Τροίας, σύζυγος της Ανδρομάχης και πατέρας του Αστυάνακτα, σκοτώθηκε σε μονομαχία με τον Αχιλλέα, ο οποίος ατίμασε ύστερα… …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»